Αυτοί οι τρεις που έζησαν μαζί με τις γυναίκες, έτρεξαν στην πλατεία για να ασπασθούν τους προσφιλείς τους, τα θύματα της ναζιστικής θηριωδίας.
Πρώτο-πρώτο αναζήτησαν τον παπά Χρήστο Κανελλόπουλο. Ωχρό, αλλά γαλήνιο, με στήθος ματωμένο τον βρήκαν ανάμεσα στις σωρούς των συγχωριανών τους. Και όπως ευλαβικά συστέλλουν το ιερό λείψανό του τι παρατηρούν; Το δεξί του χέρι είχε μείνει στο σχήμα της ευλογίας! Ευλογούσε ο παπά Χρήστος την ώρα που τον θέριζαν τα γερμανικά μυδράλια.
Τι άνθρωπος ήταν ο αείμνηστος ιερέας! Στην έπαλξη του χρέους βρέθηκε εκείνη την αποφράδα ημέρα, όταν κατέφθασαν στο χωριό οι ναζί. Διέταξαν τους άνδρες να συγκεντρωθούν μέσα στην εκκλησία. Πρώτος ο ιερέας τους «ώσπερ κριός επίσημος» ανάμεσα στα λογικά πρόβατα, το ποίμνιό του.
Τους απευθύνει λόγια πίστης και παρηγοριάς, τους καλεί να γονατίσουν εμπρός στην Ωραία Πύλη και να ανυψώσουν τις καρδιές τους στον Παντοκράτορα.
Ο γερμανός επικεφαλής, ο διαβόητος Τένερ, ζητά να βγουν έξω έξι άνδρες. Οι γέροντες ανταλλάσσουν βλέμματα μεταξύ τους και σπεύδουν έξω. Τουλάχιστον να σωθούν οι νέοι!..
Ακούγονται πολυβολισμοί. Ξανανοίγει η πόρτα. Άλλοι έξι! Πάλι πολυβολισμοί…
Πετάγεται έξω ο παπάς. Όσο καλά γνωρίζει τη γλώσσα της προσευχής και της καλοσύνης, τόσο καλά χειρίζεται και το μαστίγιο της Αληθείας του Δικαίου. Μιλά με έξαψη: «Θέλετε να μας ξεκάνετε όλους; Όλοι εδώ είναι άνθρωποι αθώοι. Συνείδηση δεν έχετε; Θεό δεν φοβάστε; Κατάγεστε από τους Ούννους και μια μέρα θα νικηθείτε!»
Τον τράβηξαν από τα ράσα και τον εξετέλεσαν μαζί με άλλους πέντε!..
Ποιους ευλογούσε ο γέροντας την ώρα που παρέδιδε το πνεύμα του στο Δημιουργό; Τους χριστιανούς του, σιγοψάλλοντας νεκρώσιμα τροπάρια και ακολουθίες, τους εκτελεστές τους «υπέρ ανανήψεως και μετανοίας» ή τους εναπομείναντες στο χωριό «υπέρ παρηγορίας των και ειρήνης»;
Αδιάβαστος πήγε ο παπά Χρήστος, όπως και το ποίμνιό του. Ήταν ο μοναδικός ιερέας στο χωριό, που έκαψαν οι γερμανοί. Στον τάφο του βρέθηκε ένα ξύλινο κομπολόι, χειροποίητο. Το είχε δώσει στον παπά Χρήστο Κανελλόπουλο ο πατέρας του παπά Κωνσταντής. Το είχε φτιάξει το 1840 ο ηγούμενος του Μεγάλου Σπηλαίου.
«Κάθε χάνδρα και μία προσευχή», είχε γράψει ο μακαρίτης γιος του παπά Χρήστου, Δημήτρης Κανελλόπουλος.
Δημοσίευση σχολίου